Κείμενο με κάποιες σκέψεις για τις διώξεις και την προφυλάκιση μου για την υπόθεση LEROY MERLIN
Αν η φτώχεια είναι έκγλημα, αυτοί που την επιβάλουν και την περιφρουρούν τι είναι;
Σε κάποιο πολυκατάστημα μεγάλης πολυεθνικής εταιρείας, 2 άνθρωποι λόγω της συνθήκης ένδειας που τους έχει επιβληθεί, προσπαθούν ν’ αϕαιρέσουν κάποια προϊόντα χωρίς να τα πληρώσουν.Η κίνηση τους αυτή γίνεται αντιληπτή από τους άντρες ασϕαλείας του καταστήματος. Κατά την έξοδο τους,τους ζητείται να ελεγχθούν από τους σεκιουριτάδες και οδηγούνται στο δωματιάκι ανακρίσεων που διαθέτουν όλες οι εμπορικές αλυσίδες. Συνήθως, το ζήτημα επιλύεται με την καταβολή των χρημάτων που αντιστοιχούν στην αξία των προϊόντων που’ χουν παρθεί.
Για όποιον έχει μια στοιχειώδη επαϕή με την κοινωνική πραγματικότητα, η παραπάνω περιγραϕή δεν είναι κάποια σκηνή από ταινία δράσης με συμμορίες και γκάνγκστερ ή απόσπασμα από κάποιο βιβλίο επιστημονικής ϕαντασίας. Είναι στιγμιότυπο από την ωμή καθημερινότητα που βιώνουμε μεγάλα κομμάτια του κοινωνικού συνόλου η οποία έχει ενταθεί σε όλα τα επίπεδα τα τελευταία χρόνια της οικονομικής- κοινωνικής κρίσης. Τέτοιου είδους μικροκλοπές σε αλυσίδες πολυκαταστημάτων και super markets αποτελούν αναγκαία συνθήκη επιβίωσης για όσες/ους στραγγαλίζονται από την γκαρότα του λαμπερού κόσμου της “καπιταλιστικής ευδαιμονίας”. Λόγω λοιπόν αυτού του οικονομικού αδιεξόδου αποπειράθηκα να αϕαιρέσω, από κατάστημα της γαλλικής πολυεθνικής Leroy Merlin, προϊόντα (που είχαν σχέση με την εργασία μου δηλ. πρίζες, ασϕάλειες) αξίας 180 ευρώ. Η κατάληξη όμως, λόγω κάποιων “ιδιαίτερων χαρακτηριστικών” δεν ήταν αυτή που συνηθίζεται, του να πληρώσεις και να πας στην ευχή, αλλά να κρατηθώ παράνομα για τουλάχιστον 3 ώρες, να εκβιαστώ, ν’ απειληθώ και εντέλει να πάω στο διάολο αϕού βρίσκομαι προϕυλακισμένος για ένα κακούργημα και τέσσερα πλημμελήματα.
Συνέχεια ανάγνωσης