Κείμενο με κάποιες σκέψεις για τις διώξεις και την προφυλάκιση μου για την υπόθεση LEROY MERLIN
Αν η φτώχεια είναι έκγλημα, αυτοί που την επιβάλουν και την περιφρουρούν τι είναι;
Σε κάποιο πολυκατάστημα μεγάλης πολυεθνικής εταιρείας, 2 άνθρωποι λόγω της συνθήκης ένδειας που τους έχει επιβληθεί, προσπαθούν ν’ αϕαιρέσουν κάποια προϊόντα χωρίς να τα πληρώσουν.Η κίνηση τους αυτή γίνεται αντιληπτή από τους άντρες ασϕαλείας του καταστήματος. Κατά την έξοδο τους,τους ζητείται να ελεγχθούν από τους σεκιουριτάδες και οδηγούνται στο δωματιάκι ανακρίσεων που διαθέτουν όλες οι εμπορικές αλυσίδες. Συνήθως, το ζήτημα επιλύεται με την καταβολή των χρημάτων που αντιστοιχούν στην αξία των προϊόντων που’ χουν παρθεί.
Για όποιον έχει μια στοιχειώδη επαϕή με την κοινωνική πραγματικότητα, η παραπάνω περιγραϕή δεν είναι κάποια σκηνή από ταινία δράσης με συμμορίες και γκάνγκστερ ή απόσπασμα από κάποιο βιβλίο επιστημονικής ϕαντασίας. Είναι στιγμιότυπο από την ωμή καθημερινότητα που βιώνουμε μεγάλα κομμάτια του κοινωνικού συνόλου η οποία έχει ενταθεί σε όλα τα επίπεδα τα τελευταία χρόνια της οικονομικής- κοινωνικής κρίσης. Τέτοιου είδους μικροκλοπές σε αλυσίδες πολυκαταστημάτων και super markets αποτελούν αναγκαία συνθήκη επιβίωσης για όσες/ους στραγγαλίζονται από την γκαρότα του λαμπερού κόσμου της “καπιταλιστικής ευδαιμονίας”. Λόγω λοιπόν αυτού του οικονομικού αδιεξόδου αποπειράθηκα να αϕαιρέσω, από κατάστημα της γαλλικής πολυεθνικής Leroy Merlin, προϊόντα (που είχαν σχέση με την εργασία μου δηλ. πρίζες, ασϕάλειες) αξίας 180 ευρώ. Η κατάληξη όμως, λόγω κάποιων “ιδιαίτερων χαρακτηριστικών” δεν ήταν αυτή που συνηθίζεται, του να πληρώσεις και να πας στην ευχή, αλλά να κρατηθώ παράνομα για τουλάχιστον 3 ώρες, να εκβιαστώ, ν’ απειληθώ και εντέλει να πάω στο διάολο αϕού βρίσκομαι προϕυλακισμένος για ένα κακούργημα και τέσσερα πλημμελήματα.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά για το πώς εξελίχθηκε και πως κατέληξε αυτή η ιστορία, τόσο για μένα όσο και για τους υπόλοιπους συντρόϕους που εμπλέκονται στα γεγονότα δεν είναι άλλα από τις πολιτικές μας επιλογές, από την πολιτική μας ταυτότητα και δράση. Από την συνεπή και ανυποχώρητη, εδώ και σχεδόν 20 χρόνια, επιλογή να αποτελούμε αναπόσπαστο κομμάτι του αναρχικού κινήματος.
Τα γεγονότα
Συνοπτικά, για σχεδόν 3 ώρες η εταιρεία ασϕαλείας Ovit Α.Ε. κατ’ εντολή της εργοδότριας εταιρείας Leroy Merlin κρατώντας εμένα και τον σύντροϕο Θύμιο Α. παράνομα, μας απειλούσε και μας εκβίαζε ώστε να καταδείξουμε ως συνεργάτη τον εργαζόμενο- συνδικαλιστή Γιάννη Α.
Σε πρώτη ϕάση, μας ζητήθηκε να πληρώσουμε το ποσό που αντιστοιχούσε στα προϊόντα, γεγονός που προκύπτει και από την απόδειξη που έχει κοπεί από το κατάστημα, ώστε να τελειώσει εκεί το γεγονός. Λόγω της αδυναμίας από την μεριά μας να πληρωθούν επιτόπου, ειδοποιήθηκε ένας σύντροϕος ο οποίος έσπευσε στο κατάστημα για να πληρώσει το ποσό και ο οποίος ήρθε σε επαϕή με σεκιουριτά για να του γνωστοποιήσει ότι έχει ϕέρει τα χρήματα. Όσο περιμέναμε, γνωστοποίησα στους σεκιουριτάδες την προηγούμενη καταδίκη μου, εξηγώντας τους πως η εμπλοκή της αστυνομίας και μια νέα σύλληψη πιθανόν να οδηγούσε σε νέα προϕυλάκιση, όπως και έγινε. Αυτοί μας διαβεβαίωσαν “παντελονάτα” καθώς ο αντρικός λόγος στην πατριαρχική κοινωνία μετράει περισσότερο….ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί και ότι το ζήτημα θα λυθεί άμεσα αϕού τέτοια περιστατικά συμβαίνουν σε καθημερινή βάση.
Μετά από αρκετή ώρα αναμονής το όλο “ϕιλικό” κλίμα άλλαξε με την άϕιξη στο δωματιάκι του ιδιοκτήτη της εταιρείας ϕύλαξης, Κωνσταντίνου Δρίβα. Αϕού μας συστήθηκε, είπε ότι πρέπει να μιλήσει με την διεύθυνσή της εταιρείας. Καθ’ όλη την διάρκεια της ομηρίας μας,ο Δρίβας ήταν σε διάλογο με τους εργοδότες του καθώς μπαινόβγαινε για να συνομιλεί μαζί τους. Κάποια στιγμή μας ενημέρωσε ότι δεν τους ενδιέϕεραν πλέον τα χρήματα γνωστοποιώντας μας ότι προτεραιότητα τους ήταν να εμϕανιστεί ως συνεργός μας ο εργαζόμενος στο εν λόγω κατάστημα Γιάννης Α.
Τι μεσολάβησε, όμως, όλες αυτές τις ώρες και δεν τους ενδιέϕεραν πλέον τα λεϕτά; Γνωρίζοντας πλέον τους ανοιχτούς λογαριασμούς μου με το κράτος, θεώρησαν ότι έχουν στα χέρια τους έναν αδύναμο κρίκο και δεν πρέπει να αϕήσουν αυτή την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη, έτσι κάλεσαν τον ειδικό. Ο Δρίβας, πρώην αξιωματικός του στρατού και εκπαιδευμένος στις ανακρίσεις μέσω απειλών και εκβιασμών ,στα πρότυπα του ΝΑΤΟ, ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος να χειριστεί την κατάσταση, για αυτό εξάλλου ήρθε στο κατάστημα.
Εμϕανίζοντας τον Γιάννη ως συνεργό, γινόταν αυτόματα εϕικτή η απομάκρυνση του από την θέση εργασίας, ξεμπερδεύοντας μια και καλή η εταιρεία από την “γάγγραινα”, όπως χαρακτηριστικά τον ανέϕερε ο υπεύθυνος ασϕαλείας. Κάποια στιγμή μας ζήτησε να γράψουμε υπεύθυνη δήλωση που θα τον αναϕέραμε ως συνεργάτη μας αλλιώς η κλήση της αστυνομίας ήταν μονόδρομος. Αϕού συντάξαμε μια δήλωση που έγραϕε ότι αϕαιρέσαμε κάποια αντικείμενα και το ποσό χωρίς να αναϕέρουμε τον εργαζόμενο, ο Δρίβας ϕανερά εκνευρισμένος τις πήρε και τις έσκισε. Ταυτόχρονα, ήδη είχε καλεστεί και συνομιλούσε με τον διευθυντή του καταστήματος ο Γιάννης, ο οποίος δεχόταν πιέσεις να δηλώσει παραίτηση. Ο Δρίβας γυρνώντας από την συνάντηση στην οποία ο Γιάννης Α. δεν κατέστη δυνατό να υποκύψει στον εκβιασμό για δήθεν εμπλοκή του και άρα να δρομολογηθεί η απόλυση του, μας ανακοίνωσε ότι έχει καλεστεί η αστυνομία. Αντιλαμβανόμενοι ότι όλο αυτό το διάστημα των 3 ωρών εκβιασμών και απειλών μας κορόιδευαν, τους δηλώσαμε ότι θα φύγουμε από εκεί.
Όταν ο Δρίβας άρχισε να γίνεται επιθετικός ενημερώθηκαν οι συντρόϕισσες και σύντροϕοι που’ χαν έρθει για να δώσουν τα χρήματα,και περίμεναν εκτός καταστήματος, για τη τροπή που πήραν τα πράγματα. Εμείς δεν καθίσαμε να μας παραδώσει σαν τρόπαια στην αστυνομία η LEROY και τα τσιράκια της, και προσπαθήσαμε να απεγκλωβιστούμε από την παράνομη κράτηση μας. Σε αυτό το σημείο ο Δρίβας άσκησε και σωματική βία τραυματίζοντας τον σύντροϕο Θύμιο Α.. Τελικά, καταϕέραμε να απεγκλωβιστούμε και να απομακρυνθούμε από το κατάστημα μαζί με τους συντρόϕους μας.
Από αυτό το σημείο και μετά αναλαμβάνουν την υπόθεση οι επίσημοι κατασταλτικοί μηχανισμοί της αστυνομίας και της “δικαιοσύνης” οι οποίοι έχουν άλλη προτεραιότητα. Η εμπλοκή μου στα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο LEROY σήμανε αμέσως συναγερμό στην ΕΛ.ΑΣ. που ξεχύθηκε για τον εντοπισμό μου. Το επόμενο απόγευμα με συνέλαβαν στο κέντρο της Αθήνας. Με χτυπημένο πρόσωπο και κουκούλα στο κεϕάλι οδηγήθηκα στη Γ.Α.Δ.Πειραια. Μετά την άϕιξη 3 συγκεκριμένων σεκιουριτάδων και του Οικονομικού διευθυντή του καταστήματος της Leroy Merlin που καταθέσαν ως (ψευδο)μάρτυρες κατηγορίας, μου ασκήθηκε δίωξη για 3 κατηγορίες σε βαθμό πλημμελήματος. Το παράδοξο είναι ότι ,ενώ προκύπτει από τις καταθέσεις των ιδίων πως μας κρατούσαν όμηρους για πάνω από 3 ώρες, δεν τους ασκήθηκε δίωξη για παράνομη κράτηση.
Αμέσως, κλιμάκιο της ασϕάλειας πραγματοποιεί 3ωρη εξονυχιστική έρευνα στο σπίτι μου κάνοντας κατάσχεση σε αντικείμενα που προϕανώς δεν έχουν καμία σχέση με τα γεγονότα της προηγούμενης μέρας αλλά με την πολιτική μου ταυτότητα. Την επόμενη μέρα η εισαγγελέας Μαρία Αγγελούδη, με το προσφιλές σπορ στους δικαστικούς κύκλους να χτίζουν την ποπ επαγγελματική τους ανέλιξη καταστρέϕοντας ζωές, εκμεταλλευόμενη τις ανακρίβειες και τα ψέματα των (ψευδο)μαρτύρων κατηγορίας αναβαθμίζει τις κατηγορίες και διευρύνει τον αριθμό των κατηγορουμένων ανοίγοντας με αυτόν τον τρόπο τον δρόμο για την προϕυλάκιση μου. Το ερώτημα που τίθεται εδώ είναι πώς γίνεται να υϕίσταται ληστρική κλοπή όταν δεν ασκείται η παραμικρή βία από την μεριά μας και όταν τα κλοπιμαία βρίσκονται μέσα στο κατάστημα.
Δύο μέρες μετά, ο ανακριτής Γεώργιος Παντελίδης ο οποίος κατά την 3ωρη ανάκριση επικεντρώθηκε στην πολιτική μου δράση και παρελθόν παρά στα γεγονότα για τα οποία βρίσκομαι κατηγορούμενος τώρα, ρωτώντας με για την δράση του Επαναστατικού Αγώνα, για την δράση της συλλογικότητας που συμμετέχω, για το ποια είναι η θέση των αναρχικών για την βία και αν χρηματοδοτούμαστε από παράνομες ενέργειες προσδίδει και επίσημα πολιτικό χαρακτήρα στην δίωξη και στην προϕυλάκιση καθώς μαζί με τη εισαγγελέα Καμιλιάρη η οποία για το μοναδικό πράγμα που με ρώτησε ήταν τα ονόματα των υπολοίπων συντρόϕων που ϕυσικά αρνήθηκα ν’ απαντήσω, ϕτύσανε σε ένα χαρτί την αιτιολόγηση της προϕυλάκισης μου με ένα άνευ προηγουμένου σκεπτικό, εγκληματοποιώντας τους οικονομικά αδύναμους.
…εμείς με τις ιδέες μας…..
Η θέρμη με την οποία κινήθηκαν οι διαϕορετικοί πυλώνες της κυριαρχίας μπορεί να γίνει πλήρως κατανοητή μόνο κοιτάζοντας την μέσα από το πρίσμα του ταξικού ανταγωνισμού. Στην ερώτηση, λοιπόν, που μπορεί να προκύψει εύλογα σε κάποιους “μα γιατί σε εσάς αυτή η αντιμετώπιση;”, η απάντηση βρίσκεται στην θέση και στάση ζωής που έχουμε τόσο ατομικά όσο και συλλογικά απέναντι στο υπάρχον σύστημα εξουσίας.
Σε ότι αϕορά την στοχοποίηση του Γιάννη Α. από την Leroy Merlin και την OVIT A.E, αυτή αϕορά την συνδικαλιστική του δράση στον κλάδο του εμπορίου, την επιλογή του να απεργεί καθώς και να στέκεται αλληλέγγυος στο πλευρό των συναδέλϕων του που μπαίνουν στο μάτι της εργοδοσίας. Με το ξέσπασμα της παγκόσμιας κρίσης σε οικονομικό- πολιτικό- κοινωνικό επίπεδο, γίνεται μια προσπάθεια από την κυριαρχία να κουρελιασουν ακόμα και τα προσχήματα των “κοινωνικών συμβολαίων”. Με αυτόν τον τρόπο προσπαθούν να πάρουν πίσω όσα κερδήθηκαν τις προηγούμενες δεκαετίες μέσα από διεκδικήσεις και αγώνες. Στον ελλαδικό χώρο, τα μνημόνια που ψηϕίστηκαν ήταν μια λαίλαπα αντικοινωνικών- αντιεργατικών μέτρων μέσα από τα οποία ισχυροποιήθηκε η άρχουσα τάξη, αναπόσπαστο κομμάτι της οποίας είναι και οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες όπως η Leroy Merlin. Η εντατικοποίηση της εργασίας, οι απολύσεις, οι μειώσεις μισθών, η ποινικοποίηση του συνδικαλισμού (ο οποίος εμπεριέχεται και σε άρθρα του 3ου Τρομονόμου από το 2010) είναι μερικές από τις πτυχές που συμπληρώνουν το παζλ της νόμιμης εργοδοτικής τρομοκρατίας.
Και ενώ στις μέρες μας η αλλοτρίωση κυριαρχεί στις τάξεις των καταπιεσμένων, ο συνδικαλισμός ως μέσο αγώνα έχει χάσει εκείνα τα χαρακτηριστικά των δυναμικών συλλογικών διεκδικήσεων και έχει μετατραπεί είτε σε μέσο προσωπικού πλουτισμού και ατομικής ανέλιξης μέσα από τα εργοδοτικά σωματεία είτε σε κομματικά παραμάγαζα που αγωνιούν για αναπαραγωγή του διαμεσολαβητικού τους ρόλου και το κομματικό συμφέρον.
Ακόμα, όμως, και μέσα σε αυτήν την κοινωνική συνθήκη υπάρχουν παραδείγματα ανιδιοτελούς αγώνα. Ένας από τούς πιο συνεπής αγώνες των τελευταίων χρόνων είναι αυτός που δίνεται ενάντια στην κατάργηση της κυριακάτικης αργίας και των απελευθερωμένων ωραρίων στον χώρο του εμπορίου. Ο Γιάννης Α. είναι αναπόσπαστο κομμάτι αυτού του αγώνα από την πρώτη στιγμή μέσα από τη συμμετοχή του σε εργατικές συλλογικότητες βάσης (και ως μέλος του Σωματείου Εμποροϋπαλλήλων Πειραιά), ως εργαζόμενος και απεργός που συμβάλλει ενεργά στη αντίσταση των εργαζομένων απέναντι στην εργοδοτική ασυδοσία, στέκεται αλληλέγγυος στους συναδέλϕους του που στοχοποιούνται από την εργοδοσία, δίνοντας το ζωντανό παράδειγμα της συναδελϕικής-ταξικής αλληλεγγύης. Όλες οι παραπάνω επιλογές όντως είναι εχθρικές για τα συμϕέροντα ενός επιχειρηματικού ομίλου.
Και όταν το Leroy δεν μπορούσε να τού προσάψει κάτι άλλο για να τον απολύσει, προσπάθησε να τον εμπλέξει ως τον ηθικό αυτουργό στην δικιά μου επιλογή απαλλοτρίωσης προϊόντων, στηρίζοντας αυτήν την εκτίμηση στο γεγονός ότι συνομιλήσαμε κατά την διάρκεια της παραμονής μου στο κατάστημα, το οποίο καταγράϕηκε από κάμερα. Για όλους τους ϕυσιολογικούς ανθρώπους, το να χαιρετήσεις έναν ϕίλο σου όταν βρεθείς στον ίδιο χώρο μαζί του είναι το σύνηθες. Τώρα για όσους έχουν ασϕαλίτικη λογική και νοοτροπία αυτό όντως μπορεί να είναι ύποπτο. Με βάση αυτή την λογική πάνε οι αστυνομικοί της αντιτρομοκρατικής στις δίκες των αναρχικών και λένε “ότι μια ϕυσιολογική ζωή είναι προκάλυμμα για κάποιον που έχει παραβατική συμπεριϕορά….”.
Αυτή όμως δεν είναι μια υπερβολική ή άστοχη ερμηνεία απο την πλευρά των σεκιουριταδων αλλά μια συνειδητή επιλογή για την στοχοποίηση του που έχει πολλές προεκτάσεις και αποδέκτες.
Αν έστεκε αυτή η κατηγορία αυτομάτως έδινε το δικαίωμα στην εταιρεία να τον απολύσει ξεμπερδεύοντας με την εσωτερική “γάγγραινα”, στέλνοντας ταυτόχρονα ένα μήνυμα κατατρομοκράτησης σε κάθε μία-καθένα που αγωνίζεται για τα δικαιώματα της-του μπαίνοντας έτσι στο μάτι των αϕεντικών, και κατασυκοϕάντησης και αποπολιτικοποίησης των αγωνιζόμενων παρουσιάζοντας τους ως κοινούς εγκληματίες. Η στοχοποίηση του συνεχίστηκε όπως ήταν αναμενόμενο και από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς. Αρχικά, οδηγήθηκε για κατάθεση ως μάρτυρας στην υπόθεση, την επόμενη μέρα όμως με την αναβάθμιση των κατηγοριών ,λόγω του πολιτικού προϕίλ των δραστών, από την εισαγγελέα Μαρία Αγγελουδη του ασκήθηκε δίωξη για το κακούργημα της άμεσης συνέργειας σε ληστρική κλοπή!!!!
Το “αμαρτωλό” μου παρελθόν ήταν αυτό που έπαιξε καταλυτικό ρόλο θεωρώ στην εξέλιξη και αναβάθμιση της υπόθεσης. Για το αστυνομικό-δικαστικό σύμπλεγμα το πρόβλημα του “υγιούς” κοινωνικού σώματος ήμουν εγώ, για αυτόν τον λόγο συστάθηκε αμέσως ομάδα για τον εντοπισμό και την σύλληψη μου, γεγονός που προκύπτει από τα λεγόμενα των αστυνομικών. Θα ήταν κάποιος αϕελής ή εκτός πραγματικότητας αν πίστευε ότι σε κάθε καταγγελία για απόπειρα κλοπής η ελληνική αστυνομία εξαπολύει ανθρωποκυνηγητά. Και η κατ’ οίκον έρευνα κινήθηκε σε μια ϕρονηματική κατεύθυνση, αδυνατώντας να ψάξουν για κλοπιμαία αϕού αυτά ποτέ δεν έϕυγαν από το κατάστημα, κατάσχεσαν πολιτικά κείμενα, πρακτικά συνελεύσεων, μια γραϕομηχανή αντίκα, ψηϕιακά μέσα αποθήκευσης και ένα αλεξίσφαιρο γιλέκο το οποίο ήταν μέσο αυτοπροστασίας. Το μέγεθος της υπερβολής στην προσπάθεια αναβάθμισης της δίωξης μου ϕαίνεται στην κατηγορία της οπλοκατοχής που μου ασκήθηκε για δύο μη τοποθετημένα κουρτινόξυλα… ονομάζοντας τα ξύλινες ράβδους!!
Ο ανακριτής με την σειρά του έδειξε δυσανάλογο ενδιαϕέρον για την δομή της συλλογικότητας που συμμετέχω, για το ποια η σχέση των αναρχικών με την βία, ποια η σχέση της συλλογικότητας με τον Ε.Α και διάϕορα άλλα άσχετα με την απόπειρα κλοπής.
Στην αιτιολόγηση της προϕυλάκισης μου βέβαια δεν θα μπορούσε να μην συμπεριλάβει την προηγούμενη καταδίκη μου για συμμετοχή σε επαναστατική οργάνωση. Μια κατηγορία που την αρνήθηκα εξ αρχής, σε όλα τα στάδια της και την αρνούμαι μέχρι σήμερα. Μια καταδίκη που στηρίχθηκε σε λογικά άλματα και αοριστίες. Σε αυτήν την καταδίκη , άσχετα αν την αποδέχομαι ή όχι,οι δικαστές βλέπουν την έμπρακτη αμϕισβήτηση των καταπιεσμένων στο μονοπώλιο της βίας που επιδιώκει η εξουσία, βλέπουν την προσπάθεια καταστροϕής του συστήματος εκμετάλλευσης που οι ίδιοι αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του. Ένα σύστημα που προσπαθεί να θωρακιστεί με ειδικούς νόμους, ειδικές υπηρεσίες, ειδικά δικαστήρια και ειδική μεταχείριση κρατουμένων, επιστρατεύοντας κάθε μέσο που διαθέτει στο νομικό του οπλοστάσιο. Οπότε η Αγγελούδη και κάθε δικαστικός δεν χρειάζεται κάποια άνωθεν εντολή για το πώς θα χειριστεί μια υπόθεση, ως γρανάζι του μηχανισμού καταστολής ξέρει ποιοί είναι οι εχθροί του, ποιοί οι ϕίλοι του και πράττει κατά το συμφέρον του.
Όλα τα παραπάνω αναδεικνύουν την πολιτική διάσταση της δίωξης.Η στοχοποίησή μου και η διαχείριση της υπόθεσης με αυτόν τον τρόπο ϕυσικά και δεν έγκειται σε κάποια προσωπική βεντέτα, αν και έχει άμεσες επιπτώσεις στην ζωή μου, αλλά σε μια συνολικότερη και πολυεπίπεδη προσπάθεια εξόντωσης του αναρχικού- αντιεξουσιαστικού κινήματος.
Κομμάτι αυτής της προσπάθειας είναι και η ποινικοποίηση των συντροϕικών-ϕιλικών σχέσεων, η εγκληματοποίηση της αλληλεγγύης και της αλληλοβοήθειας που αποτελεί δομικό στοιχείο τόσο στο πως πράττουμε και σχετιζόμαστε στο εδώ και στο τώρα, όσο και στο ποιά είναι η κοινωνική μας πρόταση ως αναρχικές-οι. Η επιλογή λοιπόν κάποιων συντρόϕων-ισσων να έρθουν στο κατάστημα ώστε να ϕέρουν τα χρήματα που αρχικά μας ζητήθηκαν και η διαμαρτυρία για το καθεστώς της τρίωρης ομηρείας μας βαπτίστηκαν συμμορία και υπόθαλψη εγκληματία. Έπραξαν έτσι όπως θα έπραττε η καθεμία και ο καθένας που έχει την δικιά μας κοσμοαντίληψη. Αυτή η επιλογή μας είναι η έμπρακτη αμϕισβήτηση στις “αξίες” της εξατομίκευσης, του ατομισμού, της μοναξιάς που μπολιάζει η κυριαρχία στις σύγχρονες κοινωνίες τους υπηκόους της.
Οι διωκτικές αρχές με την βοήθεια του άτυπου ανακριτικού υπαλλήλου Κωνσταντίνου Δρίβα, οι οποίοι αδυνατούν να κατανοήσουν ότι δεν λειτουργούν όλοι οι άνθρωποι με τον δικό τους συγκεντρωτικό τρόπο σκέψης και δεν διατηρούν απονεκρωμένες σχέσεις επιχειρούν να παρουσιάσουν την ροή των παραπάνω γεγονότων ως κομμάτια ενός ενιαίου σχεδίου από την μεριά μας, κάτι το οποίο δεν ισχύει. Μάλιστα προσπαθούν να προσδώσουν και διαϕορετικούς ρόλους σε αυτό, μέσα από το διαβιβαστικό της αστυνομίας προς την εισαγγελεία, περιγράφουν ότι προσπαθώ να καθοδηγήσω τους υπόλοιπους κατά την διάρκεια της αποχώρησης μας από το Leroy. Να τους πληροϕορήσω ότι εμείς δομούμε τις σχέσεις μας εντελώς διαϕορετικά από τους καραβανάδες, τους μπάτσους και τους δικαστές, δεν υπακούμε στις εντολές των ανωτέρων μας γιατί πολύ απλά δεν υπάρχουν ανώτεροι και κατώτεροι, δεν υπάρχει ιεραρχία. Οπότε αν ψάχνουν καθοδηγητές, αρχηγούς, στρατηγούς, διευθυντές και προέδρους ας ψάξουν στις πραγματικές συμμορίες και τρομοκρατικές οργανώσεις των οποίων οι ίδιοι αποτελούν μέλη.
… και εσείς με τα λεϕτά σας και με τις φρουρές σας…
Η εποχή μας είναι μια από εκείνες τις ιστορικές περιόδους που επικρατεί η τρέλα του πλουτισμού, η διεθνής ασυλία του πολυεθνικού κεϕαλαίου, η ανάδυση των ανταγωνισμών μέσω πολεμικών συρράξεων, η έκρηξη των ανισοτήτων, δημιουργώντας το παρανοϊκό σύμπαν του σύγχρονου ανθρώπου.
Ανέκαθεν ιστορικά αυτό που πάντα προσπαθεί η κυριαρχία είναι να εμϕανίζεται ως η μοναδική διέξοδος από αυτά τα “ϕυσικά” ϕαινόμενα αντιστρέϕοντας με ταχυδακτυλουργικό τρόπο την κοινωνική πραγματικότητα. Μεταμϕιεσμένη με την μάσκα της λύτρωσης ξεγελώντας τους καλοπιστους συνεχίζει επί αιώνες να διαπράττει όλα τα ζοϕερά ανοσιουργήματα τις εις βάρος της ανθρωπότητας και του πλανήτη.
Έτσι η καπιταλιστική βαρβαρότητα προβάλλεται ως οικονομία της αγοράς, η ασυλία του κεϕαλαίου ως παγκοσμιοποίηση, η ανεργία και οι απολύσεις ως ευελιξία της αγοράς εργασίας, η ισοπέδωση των ϕτωχών ως δημοσιονομική εξυγίανση, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστ(ρι)ών ως κέντρα ϕιλοξενίας, η αστυνομική βαρβαρότητα ως προστασία του πολίτη, η ϕτώχεια ως έλλειψη κοινωνικότητας…και πάει λέγοντας.
Σε αυτόν τον βούρκο της αντιστροϕής επιπλέει και το ανθρωποκεντρικό προσωπείο που πουλάνε μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες όπως η LEROY MERLIN. Πίσω από τις ϕανταχτερές διαϕημίσεις και τα επιτυχημένα event, προσπαθεί να κρύψει την κατ’ εξακολούθηση ληστρική κλοπή που διαπράττει εις βάρος χιλιάδων εργαζομένων. Μέσα από την ελαστικοποίηση του ωραρίου, τα δεκάδες εργατικά ατυχήματα, την ενοικίαση ϕθηνού εργατικού δυναμικού από την δουλεμπορική εταιρεία MANPOWER, την επέκταση του ωραρίου χωρίς καταβολή υπερωριών, την προσπάθεια επιβολής του 9ωρου, των απολύσεων εργαζομένων με προβλήματα υγείας (περίπτωση εργαζόμενης με σκλήρυνση κατά πλάκας), την κατάργηση της κυριακάτικης αργίας, την στοχοποίηση συνδικαλιστών κ.α η Leroy ϕανερώνει την πραγματική διάσταση του εγκλήματος που συντελείται καθημερινά εις βάρος των εκμεταλλευομένων από το αδηϕάγο κτήνος του κεϕαλαίου. Αυτή είναι η “αναπτυξιακή προοπτική” και η “υγιής επιχειρηματικότητα” που καλούν οι ξεϕτιλισμένοι πολιτικοί να εϕαρμόσουν οι ξεϕτιλισμένοι επιχειρηματίες.
Αυτή η συνθήκη του ακόρεστου πλουτισμού από τους λίγους εις βάρος των πολλών, αναπόϕευκτα δημιουργεί αργά η γρήγορα την επιθυμία της αμϕισβήτησης για την ιερότητα της ατομικής ιδιοκτησίας. Εμπόδιο σε αυτή την αμϕισβήτηση στέκεται η δίδυμη αδελϕή της ιδιοκτησίας, η ασϕάλεια. Από πάντα οι αυτοκράτορες, οι βασίλισσες, οι πολιτικοί και κάθε προσωποποιημένη εξουσία είχαν τους στρατούς, τις φρουρές και τις αστυνομίες τους.
Τον τελευταίο ενάμιση αιώνα η ασϕάλεια έγινε ένα ακόμα πεδίο κερδοϕορίας διεκδικώντας μια θέση στον κόσμο της αγοράς και της ζήτησης. Οι πρώτες ιδιωτικές εταιρείες ασϕαλείας τα μέσα του 19ου αιώνα λειτουργούσαν ως μισθοϕορικοί στρατοί ενάντια σε απεργούς. Η πρώτη και ποιο γνωστή εταιρεία για τις ϕρικαλεότητες που διέπραξε εις βάρος της εργατικής τάξης ήταν το πρακτορείο Pinkerton στις Η.Π.Α που μετέτρεπε κάθε απεργία σε λουτρό αίματος.
Σήμερα, το ντελίριο τρόμου και ϕόβου που επικρατεί στον δυτικό κόσμο δημιουργεί το ιδανικό περιβάλλον οικονομικής ανέλιξης τέτοιων εταιριών. Δεν είναι τυχαίο ότι πέρσι , μέσα στις 1000 ευρωπαϊκές εταιρίες με την μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη οι 7 πουλούσαν ασϕάλεια. Ο ϕόβος, η απειλή και το έγκλημα είναι η κινητήριος δύναμή της κερδοϕορίας τους.
Σε αυτήν την ευνοϊκή συνθήκη, δεκάδες τέτοιες εταιρείες, τα τελευταία χρόνια, έχουν ιδρυθεί και πλαισιωθεί από μπάτσους, καραβανάδες, ϕασιστοειδή και στρατόκαβλους και στον ελλαδικό χώρο. Μια από αυτές είναι και η Ovit ΑΕ. που εκτός από την ϕύλαξη των Leroy διαπλέκεται και με συμβάσεις με το δημόσιο για την ϕύλαξη νοσοκομείων και δημοτικών εγκαταστάσεων, με πιο σημαντική αυτή για την ϕύλαξη του λιμανιού της Μύρινας Λήμνου στο οποίο αράζουν και νατοϊκά πλοία. Ιδρυτής και διευθυντής της είναι ο πρώην στρατιωτικός Κωνσταντίνος Δρίβας με ειδική εκπαίδευση γύρω από την άντληση, συλλογή, διαχείριση και αξιοποίηση υπηρεσιακών πληροϕοριών και μια σειρά από στρατιωτικά σεμινάρια στα νατοϊκά πρότυπα. Σημαντική γνώση που προσπαθεί να την μεταλαμπαδεύσει και σε άλλα βούρλα μέσα από σεμινάρια σε διάϕορα ΙΕΚ. Ειδικός, λοιπόν, στις απειλές, στους εκβιασμούς και στην σωματική βία όπου χρειάζεται, το απέδειξε και με το παραπάνω το απόγευμα της δωδεκάτης Ιουλίου στους εργοδότες του. Αυτοί που λεηλατούν τους εργαζόμενους σε καθημερινή βάση επί δεκαετίες και αυτοί που έχουν βαμμένα τα χέρια τους με αίμα από τις σϕαγές που διαπράττουν οι νατοϊκές δυνάμεις θα κατηγορήσουν εμάς…
Η Leroy Merlin και η Ovit ΑΕ. λοιπόν, θα μιλήσουν για ήθος, θα μιλήσουν για κλοπή, για βία, για απειλές, για “γάγγραινες”, αν δεν είναι αυτό αντιστροϕή της πραγματικότητας τότε τι είναι;;
Όσο για την προσπάθεια που κάνουν ώστε να αποποιηθούν την ευθύνη για την εξέλιξη της υπόθεσης ρίχνοντας την στους κρατικούς μηχανισμούς λέγοντας ότι δεν άσκησαν μήνυση, για τις διώξεις που ασκήθηκαν σε όλους τους συντρόϕους και κυρίως για την δική μου προϕυλάκιση ας μην ματαιοπονούν προσπαθώντας να κρυϕτούν, ο διευθυντής και ο οικονομικός διευθυντής της Leroy,και οι σεκιουριταδες της Ovit ϕέρουν ακέραιη την ευθύνη για την κατάληξη της υπόθεσης.
Η πειραγμένη ζυγαριά της Θέμιδος.
“Φυσικά και είμαστε όλοι ίσοι απέναντι στο νόμο. Απαγορεύεται το ίδιο, τόσο στους πλούσιους όσο και στους ϕτωχούς, να κοιμούνται κάτω από τις γέϕυρες, να ζητιανεύουν και να κλέβουν ψωμί.”
Ανατόλ Φράνς
Αν και το παραπάνω απόϕθεγμα έχει γραϕτεί πριν από ενάμιση αιώνα εντούτοις περιγράϕει ειρωνικά, το πώς σε έναν κόσμο που επιβάλλονται οι ανισότητες δεν μπορεί να υπάρξει δικαιοσύνη. Έτσι η “δικαιοσύνη” αποκτώντας υλική υπόσταση μέσω των νόμων και των λειτουργών της αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του μηχανισμού καταστολής, πειθάρχησης και τιμωρίας του εξουσιαστικού συμπλέγματος κράτους, κεϕαλαίου, πατριαρχίας απέναντι τόσο στον εσωτερικό εχθρό όσο και στις επικίνδυνες τάξεις. Η βίαιη ϕτωχοποίηση των τελευταίων χρόνων μέσα από την δυσβάσταχτη ϕορολόγηση, την αύξηση του καθημερινού κόστος επιβίωσης, την αλματώδη αύξηση της ανεργίας και των ελαστικών και επισφαλών μορφών εργασίας έχει δημιουργήσει ένα περιβάλλον εξαθλίωσης των κοινωνικών ομάδων που σηκώνουν στις πλάτες τους το καπιταλιστικό οικοδόμημα. Έχουμε τεθεί, λοιπόν, σε μια μόνιμη κατάσταση ομηρίας μέσω των χρεών με το ενδεχόμενο ακόμα και να ϕυλακιστείς για οϕειλές λίγων ευρώ.
Ταυτόχρονα υπάρχει μια συστηματική και ενορχηστρωμένη προσπάθεια από όλους τους πυλώνες της κυριαρχίας για να αϕομοιωθεί στο κοινωνικό ϕαντασιακό η ϕτώχεια ως μια συνθήκη που ευθυνόμαστε εμείς για αυτήν (το οποίο έχει και μια δόση αλήθειας από την στιγμή που δεν ξεπαστρέβουμε αυτούς που μας πατάνε στο σβέρκο, ϕταίμε). Έτσι διάϕορα καθάρματα της πολιτικής ρίχνουν σε εμάς το ϕταίξιμο της ϕτωχοποίησης μας αϕού μαζί τα ϕάγαμε, αποκαλώντας μας τζαμπατζήδες και αποβράσματα γιατί δεν χτυπάμε εισιτήρια στα μέσα μαζικής μεταϕοράς, λέγοντας μας ανίκανους και τεμπέληδες όταν διεκδικούμε τα αυτονόητα από τα αϕεντικά και τυχερούς όταν δουλεύουμε για 300 ευρώ. Αυτή είναι η καθημερινότητα που μας προσϕέρει ο καπιταλισμός, που το 80% της ανθρωπότητας δεν μπορεί να ικανοποιήσει βασικές ανάγκες επιβίωσης.
Για αυτόν τον λόγο τίθεται επιτακτικά από την εξουσία να θέσει ως επικίνδυνες και επιζήμιες για την υγιή πλειοψηϕία ολόκληρες κοινωνικές ομάδες που ϕέρουν “επικίνδυνα” ταξικά, πολιτικά, έμφυλα, καταγωγής κ.α χαρακτηριστικά. Το μείζον αγαθό σε αυτή την συνθήκη είναι η δημόσια τάξη, που εμϕανίζεται ως προαπαιτούμενο για την ομαλή λειτουργία του συστήματος και την περαιτέρω λεηλασία των ζώων μας. Για αυτόν τον λόγο σε εποχές σαν αυτή που βιώνουμε υπάρχει μια σε ακραίο βαθμό μετατόπιση της καταστολής και της τιμωρίας από την πράξη στην ύπαρξη, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον εγκλεισμό ανθρώπων σε ϕυλακές και στρατόπεδα συγκέντρωσης μόνο και μόνο επειδή δεν έχουν χαρτιά.
Οπότε σημασία δεν έχει τι κάνεις, αλλά το ποιος είσαι. Είσαι τοξικόεξαρτημένος και κατέχεις μικροποσότητες ναρκωτικών; Μέσα. Είσαι εϕοπλιστής και μεταϕέρεις τόνους ναρκωτικών; Έξω. Είσαι ο x άνεργος και χρωστάς λίγα ευρώ στο δημόσιο; Μέσα. Είσαι ο Αριστείδης Φλώρος στέλεχος επιχειρηματικού ομίλου και έχεις υπεξαιρέσει 256 εκατομμύρια ευρώ; Μα ϕυσικά Έξω. Είσαι αναρχικός και αμϕισβητείς το σύστημα; Μέσα. Είσαι μπάτσος και εκτελείς δεκαπεντάχρονους αναρχικούς; Φυσικά Έξω, είσαι γυναίκα και αντιστέκεται στον βιασμό σου; Μέσα. Είσαι επιχειρηματίας μέγας μαστροπός; Έξω και τα αντιπαραδείγματα δεν τελειώνουν.
Το δικαστικό σύστημα λειτουργεί σαν την κολυμπήθρα του Σιλωάμ για να ξεπλυθούν τα εγκλήματα των πλουσίων, των επιϕανών και των υποτακτικών τους. Την στιγμή που ο γάλλος κροίσος Hugues Mulliez, γόνος της οικογένειας που κατέχει πλειοψηϕικά και διοικεί τον επιχειρηματικό όμιλο στον οποίο ανήκουν και τα Leroy Merlin απ’ όπου και ο ίδιος ξεκίνησε την επιχειρηματική του καριέρα, ενώ έχει δολοϕονήσει δύο ανθρώπους και έχει τραυματίσει σοβαρά ακόμα έναν με το ταχύπλοο του στο Πόρτο Χέλι κυκλοϕορεί ελεύθερος ενώ εγώ βρίσκομαι προϕυλακισμένος επειδή αποπειράθηκα να αϕαιρέσω αντικείμενα αξίας 180 ευρώ από πολυκατάστημα ιδιοκτησίας του!!!!
Αν και η δική μου προϕυλάκιση προηγείται κατά ένα μήνα περίπου από το τραγικό συμβάν στο Πόρτο Χέλι, το σκεπτικό των δικαστών που με ϕυλάκισαν εξηγεί με ωμό τρόπο τα ταξικά χαρακτηριστικά απονομής της δικαιοσύνης, το οποίο λέει “ενόψει της οικονομικής αδυναμίας του για την αποκομιδή επαρκούς εισοδήματος βιοπορισμού του, προκύπτει δε σκοπός του για πορισμό παράνομου εισοδήματος και ροπή τού προς διάπραξη εγκλημάτων κλοπής και ληστείας ως στοιχείο της προσωπικότητας του”. Με απλά λόγια, η δυσμενής οικονομική μου κατάσταση συνδέεται άμεσα με την τέλεση εγκλήματος, τα οποία αποτελούν στοιχεία της προσωπικότητας μου. Παρακάμπτουν, βέβαια, το γεγονός ότι λόγω της προηγούμενης καταδίκης, μου έχει μπλοκαριστεί ο τραπεζικός λογαριασμός ( ο λογαριασμός μισθοδοσίας θεωρείται βάσει του τρομονόμου, λογαριασμός ξεπλύματος χρήματος) καθιστώντας αδύνατο να εργαστώ οπουδήποτε η μισθοδοσία γίνεται μέσω τράπεζας, το οποίο λειτουργεί ως μέσο οικονομικού αποκλεισμού (μέτρο που εϕαρμόζεται σε όλους τους συντρόϕους που έχουν καταδικαστεί για συμμετοχή σε επαναστατικές οργανώσεις).
Στο παραπάνω απόσπασμα βλέπουμε την ποινικοποίηση της ϕτώχειας σε όλο της το μεγαλείο. Σε αυτήν την απάνθρωπη κατάσταση κάποιες και κάποιοι προσπαθούν να απαλλοτριώσουν ένα μικρό μερίδιο από τον πλούτο που οι ίδιες/οι παράγουν και υϕαρπάζεται βίαια από την άρχουσα τάξη. Μικροκλοπές σε πολυκαταστήματα και σούπερ μάρκετ και άλλες πρακτικές αυτομείωσης (οι αρνήσεις σε χαράτσια, στο χτύπημα των εισιτηρίων στα μ.μ.μ, την πληρωμή των διοδίων κ.α) είναι ϕαινόμενα που έχουν ενταθεί λόγω της οικειοποίησης τους από μεγάλα κοινωνικά κομμάτια τα τελευταία χρόνια της κρίσης. Αυτή η κίνηση αμϕισβητεί έμπρακτα το βασικό σημείο των εμπορευματικών σχέσεων που είναι το χρήμα αλλά και την θεμελιώδη αρχή της εκμετάλλευσης, την ιδιοκτησία.
Τέτοιες “εγκληματικές” και “παράνομες” πράξεις αμϕισβήτησης έχουν αϕήσει ανεξίτηλο το σημάδι τους στην παγκόσμια ιστορία των καταπιεσμένων, από την μυθική ϕιγούρα του Ρομπέν των δασών μέχρι τους κοινωνικούς ληστές και τους αναρχικούς απαλλoτριωτές τραπεζών, από τους Βραζιλιάνους χωρικούς απαλλοτριωτές γης μέχρι τα κινήματα αυτομείωσης των ιταλών αυτόνομων. Ως κομμάτι αυτής της παράδοσης την μόνη κλοπή που αναγνωρίζω ως αναρχικός, ως εργαζόμενος και ως κοινωνικό όν είναι αυτή που συντελείται στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, από αυτούς που πλουτίζουν εις βάρος μας.
Δυστοπία, η κυρίαρχη κανονικότητα.
Αν κοιτάξουμε την ανθρώπινη ιστορία θα δούμε μια πλήρη επανάληψη της, ένα μοτίβο που το συναντάμε ξανά και ξανά, πόλεμοι, εκμετάλλευση, σκλαβιά, πείνα, βασανιστήρια, θάνατος. Η ϕιλοδοξία για εξουσία και χρήμα δεν αϕήνει κανένα περιθώριο για αρμονική συνύπαρξη των ανθρώπων, τόσο μεταξύ μας όσο και με την ϕύση. Κάποιες περιόδους βέβαια η πραγματικότητα είναι πολύ πιο ωμή από ότι σε άλλες, μια τέτοια περίοδο είναι και αυτή που βιώνουμε σήμερα τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Το δόγμα νόμος και τάξη εϕαρμόζεται (με διαϕορετική ένταση) από γωνία σε γωνία του πλανήτη καθώς ϕαίνεται να αποτελεί το μέσο επιβίωσης αλλά και αναπαραγωγή ςτου καπιταλιστικού συστήματος μετά την τελευταία κρίση.
Την τελευταία δεκαετία εϕαρμόζεται με αμείωτη ένταση και εδώ από όλους τους πολιτικούς διαχειριστές. Η δημοσιονομική εξυγίανση και ανάπτυξη ήρθε πιασμένη χεράκι-χεράκι με την αντιεξεγερτική στρατηγική καθώς το ξέσπασμα της κρίσης συνέπεσε χρονικά με την εξέγερση που ξέσπασε σε όλη την επικράτεια μετά την εκτέλεση του αναρχικού Α.Γρηγορόπουλου τον Δεκέμβριο του 2008.
Αυτή η στρατηγική έθεσε ως αιχμή του δόρατος την πολυεπίπεδη επίθεση ολόκληρου του κρατικού-παρακρατικού μηχανισμού απέναντι στο αναρχικό-αντιεξουσιαστικό κίνημα που τα τελευταία χρόνια είχε αποκτήσει μεγάλη δυναμική και κοινωνικά ριζώματα. Καινούργιοι τρομονόμοι, καινούργιες αστυνομικές δυνάμεις, καινούργια σενάρια προπαγάνδας ήρθαν να ενισχύσουν αυτή την προσπάθεια εξόντωσης και τρομοκράτησης απέναντι τόσο στους αναρχικούς όσο και σε οποιονδήποτε αμϕισβητούσε τις κυβερνητικές επιλογές. Στο πλαίσιο αυτό δεκάδες αναρχικές-οι βρέθηκαν ϕυλακισμένοι, δεκάδες καταλήψεις μας εκκενώθηκαν, δεκάδες εισβολές για έρευνες έγιναν στα σπίτια μας. Στην διεύρυνση αυτού του πλαισίου ολόκληρο χωριό στις Σκουριές διώχθηκε με τον τρομονόμο, ολόκληρες περιοχές μετατράπηκαν σε αστυνομοκρατούμενες ζώνες όπως στην Κερατέα και στην Λευκίμμη. Αν και στην περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε μια αισθητή οπισθοχώρηση των κινημάτων αμϕισβήτησης, η αντιεξέγερση συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση (με δεκάδες εκκενώσεις καταλήψεων) , με σοσιαλιστικό πρόσωπο αυτή την ϕορά.
Η επιστροϕή της δεξιάς επαναϕέρει ως κεντρική πολιτική ατζέντα την ασϕάλεια και την καταστολή. Τα πρώτα δείγματα αυτής της πολιτικής είναι η διαχείριση της υπόθεσης για την οποία βρίσκομαι προϕυλακισμένος και άλλοι 6 σύντροϕοι διώκονται, με εξάντληση της αυστηρότητας του νόμου και διαστολή του κατηγορητηρίου, η απρόκλητη επίθεση των μπάτσων σε διαδήλωση στο Κουκάκι, η κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, η πολυδιαϕημισμένη άλωση των Εξαρχείων που ξεκίνησε με την εκκένωση τεσσάρων καταλήψεων στην περιοχή τις τελευταίες μέρες, η απαγωγή και οι απειλές κατά συντρόφου στα πλαίσια της παραπάνω επιχείρησης και η στοχοποίηση της αναρχικής συλλογικότητας Ρουβίκωνα.
Η ϕτώχεια, η καταστολή, η καταπίεση, ο ϕόβος, η απόγνωση θα συνεχίσουν να αποτελούν την κανονικότητα που έχει ορίσει η εξουσία. Το ζήτημα δεν είναι όμως τι κάνουν αυτοί αλλά τι κάνουμε εμείς, πως θα μπορέσουμε να απαλλαγούμε μια και καλή από τις αντιλήψεις κυρίως και τα πρόσωπα δευτερευόντως που μας κρατάνε εγκλωβισμένους στην κινούμενη άμμο του συστήματος καταπίεσης και εκμετάλλευσης. Μπροστά μας έχουμε το τίποτα, μπροστά μας έχουμε και τα πάντα.
Ή θα αναμένουμε μοιρολατρικά τον αφανισμό μας, ή θα βαδίσουμε ατομικά και συλλογικά προς έναν κόσμο ισότητας, κοινοκτημοσύνης, αλληλεγγύης και ελευθερίας.
Η επιλογή είναι δική μας.
Χριστόφορος Κορτέσης
Φυλακές Κορυδαλλού, Σεπτέμβρης 2019
*Το κείμενο σε μορφή pdf εδώ