Ενάντια στις ευρωεκλογές και την ανάθεση
Αγώνας για μια ακρατική, αταξική και ανεξούσια κοινωνία
Την προσεχή Κυριακή οι κυρίαρχοι και τα μιντιακά τους φερέφωνα μάς καλούν για ακόμη μια φορά να επικυρώσουμε και να νομιμοποιήσουμε τους όρους εκμετάλλευσης και καταπίεσής μας, μέσω της ψευδεπίγραφης συμμετοχής μας στη λήψη αποφάσεων σε επίπεδο ευρωπαϊκής ένωσης (Ε.Ε.).
Σύμφωνα με την κυρίαρχη αφήγηση και τις θεωρητικές εξαγγελίες των θεμελιωτών της, πάγιες στοχεύσεις και συγκροτητικές αρχές της Ε.Ε. ήταν το να προάγει τον ανθρωπισμό και τη δημοκρατία και να αποτελέσει εχέγγυο ευημερίας και ειρήνης τόσο για τους ευρωπαίους πολίτες όσο και για τους ανθρώπους ανά τον κόσμο. Ωστόσο, η συγκρότηση μιας ευρωπαϊκής, διακρατικής συμμαχίας, που ολοένα θα ενισχύεται στον παγκόσμιο γεωπολιτικό χάρτη, ήταν και παραμένει εκ προοιμίου άρρηκτα συνδεδεμένη με τη διασφάλιση των συμφερόντων των πολιτικών και οικονομικών αφεντικών.
Η πρώιμη ευρωπαϊκή οικονομική συνεργασία του βελγίου, των κάτω χωρών και του λουξεμβούργου (BENELUX, 1947) καθώς και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (1951), ήταν απότοκα του διπολικού ψυχροπολεμικού σκηνικού, της γενικευμένης επισφάλειας και της αποδυνάμωσης της πάλαι ποτέ κραταιάς ευρωπαϊκής ηπείρου που αποτέλεσε το κυρίως θέατρο των πολεμικών επιχειρήσεων κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1957, η σύμπραξη διευρύνεται με τη συμμετοχή και άλλων ευρωπαϊκών κρατών και μετεξελίσσεται σε ευρύτερη οικονομική διακρατική συνεργασία (Ε.Ο.Κ.), μέλος της οποίας από το 1979 είναι και η ελλάδα. Στην κατεύθυνση της εξυπηρέτησης της πάγιας στόχευσης των από τα πάνω να ενισχύσουν τη θέση και τα κέρδη τους, τόσο σε εθνικό, όσο και σε υπερεθνικό-διεθνές επίπεδο, η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα μετασχηματίζεται στην ευρύτερη στρατιωτική, πολιτική, οικονομική και πολιτισμική συμμαχία της Ε.Ε. Παράλληλα ενσωματώνει και άλλα κράτη- ιδίως μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ και τους πολέμους που τη διαδέχθηκαν, υιοθετώντας κοινό νόμισμα (2000) και ενιαία νομισματική πολιτική. Η Ε.Ε. και οποιαδήποτε άλλη διακρατική συμμαχία, δυτική ή μη, (όπως και οποιοδήποτε κράτος) είχε, έχει και θα έχει ως δομικό και εκ θεμελίων στόχο αφενός τη διασφάλιση και την αύξηση της ισχύος και των κερδών των κυρίαρχων και αφετέρου την επίταση της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης των από τα κάτω.
Δεδομένης της υποχώρησης της παγκοσμιοποίησης και των διαδοχικών, επαναλαμβανόμενων, αλληλοτροφοδοτούμενων, εγγενών του συστήματος, κρίσεων (χρηματοπιστωτική, περιβαλλοντική, υγειονομική κ.λπ.), εντείνεται ο ανταγωνισμός μεταξύ των κρατών αλλά και μεταξύ διακρατικών συμμαχικών στρατοπέδων. Εν μέσω αυτής της παγκόσμιας συνθήκης αναδιανομής ισχύος, κάθε κράτος εντείνει την προσπάθεια ενίσχυσης της γεωστρατηγικής του θέσης στον παγκόσμιο χάρτη. Εκφάνσεις αυτού του διακρατικού ανταγωνισμού αποτελούν ο πρόσφατος πόλεμος μεταξύ ουκρανικού και ρωσικού κράτους, αλλά και το μέτωπο της μέσης ανατολής, με την έμμεση και άμεση εμπλοκή πολλών κρατών, με ορατό πλέον τον κίνδυνο ευρύτερης ανάφλεξης.
H κλιμάκωση των πολεμικών συγκρούσεων σε διεθνές επίπεδο και η κατακόρυφη αύξηση των εξοπλιστικών και των στρατιωτικών δαπανών παγκοσμίως φέρουν τη σφραγίδα και της Ε.Ε. Στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο συντάχθηκε από την πρώτη στιγμή με τη γραμμή των Η.Π.Α. και της βορειοατλαντικής συμμαχίας (Ν.Α.Τ.Ο.), παρέχοντας στρατιωτικό εξοπλισμό δεκάδων δισ. ευρώ στο ουκρανικό κράτος, με την τελευταία εισφορά ύψους 5 δισ. ευρώ (στο νεοσύστατο «ταμείο ειρήνης») να εγκρίνεται μόλις τον περασμένο Μάρτιο.
Παράλληλα, η Ε.Ε. στηρίζει το ισραηλινό κράτος στην ανθρωποσφαγή που διαπράττει στην παλαιστίνη με πρόσχημα «το δικαίωμα του ισραήλ στην αυτοάμυνα». Στο πλαίσιο της επιχείρησης “Aspides” ενάντια στους Χούθι της υεμένης, υπερασπίζεται τα συμφέροντα του ισραηλινού κράτους και του διεθνούς κεφαλαίου, χρησιμοποιώντας μεταξύ άλλων βάσεις της Σούδας, της Ελευσίνας και της Λάρισας (με την τελευταία να έχει επιλεγεί ως έδρα της χερσαίας διοίκησης για την ευρωπαϊκή στρατιωτική αποστολή).
Τα ευρωπαϊκά κράτη προσπαθούν να μας προετοιμάσουν με όλους τους τρόπους και σε όλους τους τόνους για έναν επερχόμενο πόλεμο. Eξαγγέλλουν μια πρωτοφανή εδώ και δεκαετίες αύξηση των αμυντικών τους δαπανών και δηλώνουν ότι «η Ευρώπη πρέπει να περάσει σε λειτουργία οικονομίας πολέμου» (Σαρλ Μισέλ, 2024). Προκλητικότερη όλων ήταν η δήλωση της υπουργού παιδείας της γερμανίας Μπετίνα Σταρκ-Βάτσινγκερ, σύμφωνα με την οποία τα σχολεία έχουν την ευθύνη να προετοιμάσουν τους/τις μαθητές/-τριες και για το ενδεχόμενο πολέμου. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι στρατιωτικές δαπάνες της Ε.Ε. έχουν φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη. Ενδεικτικά, το 2022 έφτασαν τα 240 δισ. ευρώ, με ταυτόχρονη κατακόρυφη μείωση των δαπανών για κοινωνικές παροχές.
Η υποτίμηση και η εξαθλίωση των ζωών μας -με την ακρίβεια σε αγαθά σίτισης, στέγασης και σε υπηρεσίες, σε συνδυασμό με την περιστολή των κοινωνικών και εργασιακών κεκτημένων- συνθέτουν τη λεγόμενη «κανονικότητα» που μαστίζει εκατομμύρια ανθρώπους της τάξης μας εντός, αλλά και εκτός, της Ε.Ε. Οι ιδιωτικοποιήσεις, η «πράσινη ανάπτυξη» -και η επίταση της καταστροφής της φύσης και μέσω αυτής- και η δημιουργία χρηματιστηρίου ενέργειας, επιβάλλουν μια εξαιρετικά δυσμενή οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα στους/στις από τα κάτω. Ταυτόχρονα επιβεβαιώνουν τον πραγματικό ρόλο της Ε.Ε. με τα «μεγάλα ιδεώδη»: εκμετάλλευση και καταπίεση των από τα κάτω, υπεράσπιση του κεφαλαίου και των οικονομικών συμφερόντων των κυρίαρχων, ενίσχυση της πολεμικής μηχανής, και άγρια καταστολή στον καθένα και την καθεμιά που θα αποφασίσει να αντισταθεί στην καταδυνάστευση της ζωής του/της.
Ενάντια και σε αυτές τις εκλογές και τη λογική της ανάθεσης
Αντιλαμβανόμαστε ότι καμία εκλογική διαδικασία, είτε εθνική είτε ευρωπαϊκή, δεν μπορεί να βελτιώσει ουσιαστικά τις συνθήκες διαβίωσής μας, να συνδράμει στην κάλυψη των αναγκών μας ή να άρει τη συνθήκη πολιτικής καταπίεσης και οικονομικής εκμετάλλευσης της τάξης μας. Με τη διεξαγωγή εκλογών, κράτος και κεφάλαιο επιχειρούν να επικυρώνουν την κυριαρχία τους, διαιωνίζοντας έτσι τις ταξικές, πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες. Η συμμετοχή των ανθρώπων στις αποφάσεις που τους αφορούν άμεσα, στο πλαίσιο της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, περιορίζεται στην περιοδική «άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος» στις κάλπες. Κατά τα άλλα, αναμένεται να εκπληρώνουν τον σιωπηλό τους ρόλο ως παθητικοί θεατές, παρακολουθώντας τους εκλεγμένους αντιπροσώπους τους να αποφασίζουν για τις ζωές τους.
Παρά τις θεωρητικές διακηρύξεις των εξουσιαστών ότι η δημοκρατία (ετυμολογικά: δήμος + κράτος, δηλαδή η εξουσία ανήκει στον δήμο) προασπίζει την πολιτική ελευθερία των ανθρώπων, εντός της κρίνονται ουσιαστικά ανίκανοι να αποφασίζουν χωρίς διαμεσολαβητές για ζητήματα που άπτονται της καθημερινότητάς τους. Όσο η πολιτική επαφίεται σε κόμματα και στους επαγγελματίες της πολιτικής (έσω και έξω-κοινοβουλευτικούς) εμείς είμαστε και θα παραμείνουμε αποκλεισμένοι από τη συμμετοχή στη λήψη οικονομικών και πολιτικών αποφάσεων. Μέσω της εκλογικής διαδικασίας, μας ζητείται απλά να επιλέξουμε σε ποιους αυτόκλητους σωτήρες και ειδικούς της πολιτικής θα αναθέσουμε τη διαχείριση των ζωών μας και θα τους εξουσιοδοτήσουμε να λαμβάνουν αποφάσεις για εμάς, χωρίς εμάς, να νομοθετούν και να εφαρμόζουν τις αποφάσεις τους, χωρίς να έχουμε καμία εμπλοκή ή έλεγχο πάνω σε αυτές, ούτε δυνατότητα ανάκλησής τους. Υπό αυτή την έννοια, «συμμετοχή» σημαίνει παραίτηση.
Καθώς τα ποσοστά της αποχής αγγίζουν το 50%, το εκλογικό αποτέλεσμα δεν αντιπροσωπεύει καν τη βούληση της πλειοψηφίας του κοινωνικού σώματος όπως διατείνονται οι εκάστοτε κυβερνώντες. Η αποχή είτε πηγάζει από την ιδιώτευση και την αποπολιτικοποίηση (απάθεια και μοιρολατρία), είτε αποτελεί συνειδητή πολιτική στάση. Ως αναρχικοί/-ές, προτάσσουμε τη συνειδητή ενεργητική πολιτική αποχή, η οποία συνιστά έμπρακτη αμφισβήτηση του δικαιώματος των εξουσιαστών να λαμβάνουν αποφάσεις που αφορούν το σύνολο της κοινωνίας. Αρνούμαστε λοιπόν να επιδείξουμε «πολιτική και κοινωνική υπευθυνότητα», αν αυτή σημαίνει συναίνεση στη λογική της ανάθεσης του ρόλου του μεσσία στους ίδιους τους υπαίτιους των προβλημάτων μας, αποδοχή της διαίρεσης της κοινωνίας σε εξουσιαστές-εξουσιαζόμενους, εκμεταλλευτές-εκμεταλλευόμενους και καταπιεστές-καταπιεζόμενους, ανακωχή με τους δυνάστες μας και συμβιβασμός με το ότι οι κυρίαρχοι θα έχουν την εξουσία να καθορίζουν τις ζωές μας ερήμην μας. Αυτή η συνειδητή αποχή αποτελεί το πρώτο επίπεδο ενός συλλογικού και πολύμορφου αγώνα, προς την ατομική και κοινωνική απελευθέρωση.
Αγώνας για τις ομόσπονδες κομμούνες της ευρώπης και του κόσμου
Όσο και αν οι εξουσιαστές διακηρύσσουν πως η κοινοβουλευτική δημοκρατία -και το δικαίωμα της ψήφου- κατακτήθηκε μέσα από αγώνες για ελευθερία, καμία και κανένας μας δεν μπορεί να υπάρξει πραγματικά ελεύθερος/-η, όσο υπάρχει κράτος και καπιταλισμός. Η οικονομική εκμετάλλευση και η πολιτική καταπίεση των από τα κάτω αποτελούν εγγενές χαρακτηριστικό του κράτους. Μέσω του φαντασιακού του έθνους και την απάτη των εκλογών προωθείται μόνο η υποταγή και η διαταξική ειρήνη.
Ως αναρχικοί/-ες, αγωνιζόμαστε ενάντια σε κάθε μορφής εξουσία, για την καταστροφή κάθε κράτους, συνεπώς και για την καταστροφή οποιουδήποτε οργανισμού ή διακρατικής συμμαχίας καπιταλιστών, όπως η Ε.Ε. Αγωνιζόμαστε για την κοινωνική επανάσταση, η οποία είναι εφικτή μόνο ως έργο των ίδιων των καταπιεσμένων και εκμεταλλευόμενων. Οι αγώνες τόσο για την ατομική και κοινωνική απελευθέρωση, όσο και για τη βελτίωση των επιμέρους συνθηκών της καθημερινής μας ζωής, δεν μπορούν να είναι στην ουσία τους χειραφετητικοί, όσο διαμεσολαβούνται από κέντρα άσκησης εξουσίας και από θεσμούς διαχωρισμένους από το κοινωνικό σώμα.
Γι’ αυτό θέλουμε να αναλάβουμε οι ίδιοι και οι ίδιες την οργάνωση και τη διεύθυνση της συλλογικής και ατομικής μας ζωής, να είμαστε συμμέτοχοι/-ες σε κάθε ζήτημα που μας αφορά. Κράτος, καπιταλισμός και κοινοβουλευτική δημοκρατία παρουσιάζονται ως μονόδρομος, ενώ η δημιουργία μιας ελεύθερης, ισότιμης και αλληλέγγυας κοινωνικής οργάνωσης είναι επιθυμητή και δυνατή. Προτάσσουμε τη δημιουργία μιας κοινωνίας στη βάση της ελεύθερης ομοσπονδιοποίησης αυτοοργανωμένων και αυτοδιευθυνόμενων κοινοτήτων-κομμούνων, σε όλη την ευρώπη και προοπτικά σε όλο τον κόσμο.
Ενάντια στην ευρωπαϊκή ένωση των κρατών και των αφεντικών, αγωνιζόμαστε για τις ομόσπονδες κομμούνες της ευρώπης και του κόσμου.
Ενάντια στις ευρωεκλογές και την ανάθεση, προτάσσουμε την καθημερινή αντίσταση και τον αγώνα για μια ακρατική, αταξική και ανεξούσια κοινωνία.
Αγώνας για…
την ατομική και κοινωνική απελευθέρωση,
την κοινωνική επανάσταση,
έναν κόσμο πολιτικής ελευθερίας, οικονομικής ισότητας, κοινωνικής αλληλεγγύης,
την αναρχία.