Ενάντια στον κοινοβουλευτισμό και τις εκλογικές αυταπάτες
Τελικά, η “ελπίδα” του ΣΥΡΙΖΑ ήρθε, επέλασε, και απέρχεται. Πρόκειται για τη μοναδική κυβέρνηση που κατάφερε να εξαντλήσει τετραετία (με τη στήριξη των ακροδεξιών ΑΝΕΛ) κατά τα χρόνια της κρίσης. Τα επιτεύγματά της όμως δεν σταματούν εδώ. Κατάφερε να ενσωματώσει το μεγαλύτερο μέρος των κινημάτων, να σταθεροποιήσει τον ασθμαίνοντα και κοινωνικά απονομιμοποιημένο κοινοβουλευτισμό, να επανεγκαθιδρύσει τον δικομματισμό και βέβαια να συνεχίσει και να επεκτείνει τα αντικοινωνικά μέτρα, με ελάχιστες κοινωνικές/ταξικές αντιστάσεις.
Το νέο κυβερνητικό νομοσχέδιο που αφορά τα πανεπιστήμια και ψηφίστηκε στην βουλή αποτελεί τμήμα μιας συνολικότερης αναδιάρθρωσης της εκπαίδευσης και του ίδιου του κρατικού/καπιταλιστικού συστήματος. Η επίθεση στην εκπαίδευση και η κατεδάφιση κεκτημένων δεκαετιών, ανήκει στην ίδια ατζέντα με το τσάκισμα μισθών, συντάξεων και κοινωνικών παροχών, στα πλαίσια των μνημονιακών προγραμμάτων και της συστημικής κρίσης.
Ο νέος νόμος Γαβρόγλου εξυπηρετεί τους σχεδιασμούς που προωθούν ένα πανεπιστήμιο προσηλωμένο στην παραγωγή υπερεξειδικευμένου και ευέλικτου εργατικού δυναμικού, προκειμένου να καλυφθούν οι σύγχρονες ανάγκες της αγοράς. Η κάλυψη του μνημονιακού στόχου για “πρωτογενή πλεονάσματα” οδηγεί σε περικοπές πόρων και δαπανών για την εκπαίδευση, με αποτέλεσμα την κατάργηση τμημάτων και σχολών και τη σύντμησή τους σε νέα προγράμματα σπουδών. Η κατεδάφιση εργασιακών δικαιωμάτων με την διάσπαση του ενιαίου πτυχίου υποχρεώνει τους αποφοίτους σε διαρκείς σπουδές και γεννά την ανάγκη για επιπρόσθετη επαγγελματική κατάρτιση, οδηγώντας τους στο να πληρώνουν αδρά για την συμμετοχή τους σε μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών. Παράλληλα, ανοίγουν ασαφείς επαγγελματικοί τομείς, που ουσιαστικά θα αναλάβουν την κατάρτιση συμπληρωματικών εργαζομένων “πασπαρτού”.
Το νομοσχέδιο, βαθαίνει επιπροσθέτως τη μονοδιάστατη και οικονομίστικη, τεχνοκρατική διάσταση της γνώσης. Στο πανεπιστήμιο η γνώση αποξενώνεται από την κοινωνική της λειτουργία, απαξιώνεται ως μέσο σύλληψης και ερμηνείας του κόσμου και προσανατολίζεται μονόπλευρα στην μεγιστοποίηση του κέρδους των αφεντικών. Αποτέλεσμα είναι η παραγωγή άβουλων και πειθήνιων εργαζομένων, που θα στελεχώσουν μελλοντικά την καπιταλιστική παραγωγή. Σε αυτήν την κατεύθυνση, η υποτίμηση των μη “παραγωγικών” σπουδών, των ανθρωπιστικών και των κοινωνικών, όπου διαρκώς δέχονται επιθέσεις, αναδεικνύει το πώς νοηματοδοτούν κράτος και αφεντικά το πανεπιστήμιο. Η κατάργηση του τομέα “παιδαγωγικής” από την φιλοσοφική σχολή και ο κίνδυνος απόσπασης της παιδαγωγικής επάρκειας από ένα πλήθος τμημάτων που συνδέονται με αυτόν απειλεί να τινάξει στον αέρα τα επαγγελματικά δικαιώματα χιλιάδων φοιτητών/τριων και αποφοίτων. Συνέχεια ανάγνωσης →
Το μεσημέρι της 21ης Σεπτέμβρη 2018 ο Ζακ Κωστόπουλος καταλήγει νεκρός μετά τον βάναυσο ξυλοδαρμό του έξω από κοσμηματοπωλείο της Ομόνοιας από τον ιδιοκτήτη του μαγαζιού, έναν ακόμη μαγαζάτορα και στη συνέχεια από μπάτσους της ΔΙΑΣ, περιτριγυρισμένος από κόσμο που παρακολουθούσε χωρίς αντίδραση ό,τι συνέβαινε.
Η δολοφονία του αποπειράθηκε να συγκαλυφθεί σε μια συντονισμένη προσπάθεια αστυνομίας και ΜΜΕ. Οι μπάτσοι αφήνουν τον ιδιοκτήτη ελεύθερο να καθαρίσει στην κυριολεξία το χώρο, δεν συλλέγουν στοιχεία και καταθέσεις από τον συγκεντρωμένο κόσμο, ενώ για μέρες ο δεύτερος μαγαζάτορας “αναζητούταν”. Άμεσα, και πριν ακόμη γίνει γνωστή η ταυτότητα του δολοφονημένου, ξεκινάει από τα ΜΜΕ μια εκστρατεία ξεπλύματος, με την κατασκευή του αφηγήματος του οπλοφόρου τοξικομανούς ληστή που αυτοτραυματίστηκε θανάσιμα στην απόπειρα του να διαφύγει (λες και ακόμη κι αν ίσχυε αυτή η κατασκευή θα μείωνε σε οποιονδήποτε βαθμό τις ευθύνες των δολοφόνων του), φτάνοντας μέχρι το σημείο να γίνονται σφιγμομετρήσεις για το αν η “κοινή γνώμη” συμφωνεί με την αντίδραση του ιδιοκτήτη η όχι. Τελικά, αμφότεροι οι επιτιθέμενοι αφήνονται ελεύθεροι μέχρι τη δίκη.
Το περιστατικό της δολοφονίας του Ζακ Κωστόπουλου συμπύκνωσε με σκληρό τρόπο ορισμένες από τις χειρότερες παθογένειες που απορρέουν από την εξουσιαστική οργάνωση της κοινωνίας από το κράτος και το κεφάλαιο. Η ιερότητα της ατομικής ιδιοκτησίας, η μικροαστική ηθική που νομιμοποιεί ή δικαιολογεί την υπεράσπιση αυτής της ιδιοκτησίας με κάθε τρόπο απέναντι σε οποιαδήποτε “απειλή” και το δόγμα του πολέμου όλων εναντίον όλων συνιστούν ένα δίκαιο που λειτούργησε ως υπόβαθρο στη συγκεκριμένη επίθεση. Υπόβαθρο απαραίτητο, αλλά όχι αναγκαστικά επαρκές για την εκδήλωση μιας βίας τέτοιας έκτασης και έντασης. Το αίσθημα της απειλής δεν ήταν αρκετό από μόνο του. Ήταν ο υποτιθέμενος φορέας της που λειτούργησε ως καταλύτης. Οι μανιασμένοι επιτιθέμενοι, στα μάτια τους, είχαν απέναντί τους έναν άνθρωπο κατώτερο από αυτούς: έναν τοξικομανή, έναν ομοφυλόφιλο, έναν εξαθλιωμένο, ένα άτομο που δε χωράει στα “υγιή” εθνικά πρότυπα· είχαν απέναντί τους μια αιτία και ταυτόχρονα μια αφορμή να εκδηλωθεί με τον πιο ωμό τρόπο τι σημαίνει να αισθάνεσαι ότι έχεις εξουσία, ότι έχεις δικαίωμα ζωής και θανάτου απέναντι σε έναν άλλον άνθρωπο και την ταυτόχρονη πίστη ότι λόγω της θέσης του δεν θα ενδιαφερθεί κανείς γι αυτόν.Συνέχεια ανάγνωσης →
Οι εισηγήσεις των συλλογικοτήτων σε μορφή pdf εδώ.
Ιστορικά, σε περιόδους καπιταλιστικής κρίσης εντείνονται οι εκμεταλλευτικές και καταπιεστικές συνθήκες, με αποτέλεσμα την όξυνση των κοινωνικών/ταξικών αντιθέσεων. Η διαρκής υποτίμηση της εργασίας, η ένταση της εξαθλίωσης και η συνολική υποβάθμιση των υλικών όρων και της ποιότητας διαβίωσης της τάξης μας, αποτελεί τη βασική στρατηγική επιλογή στην κατεύθυνση επιβίωσης και διαιώνισης του κυρίαρχου εξουσιαστικού συστήματος. Σε μια τέτοια συνθήκη, η κοινωνική συναίνεση και ο διαρκώς επιδιωκόμενος έλεγχος του πληθυσμού καθίστανται ιδιαίτερα επισφαλείς. Συνεπώς, προκειμένου να επιτευχθεί η αναγκαία κρατική και καπιταλιστική αναδιάρθρωση, επιστρατεύονται αφενός οι κατασταλτικοί μηχανισμοί του κράτους στην κατεύθυνση της τρομοκράτησης και της πειθάρχησης της τάξης μας (ποινικοποίηση κοινωνικών/ταξικών αγώνων, εγκλεισμός και εξοντωτικές ποινές σε αγωνιζόμενους/ες, πρακτική κατάργηση απεργιών, θεσμικός ρατσισμός, με στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών/στριών) και αφετέρου κάθε δυνατός μηχανισμός προπαγάνδας και αποπροσανατολισμού του κοινωνικού σώματος. Μια τέτοια συνθήκη βιώνουμε στην παρούσα συγκυρία, τόσο παγκόσμια όσο και ειδικότερα στο ελληνικό κράτος.
Οι κυρίαρχοι μηχανισμοί προπαγάνδας, επιστρατεύονται από κράτος και κεφάλαιο προκειμένου να επιτευχθεί ο ιδεολογικός έλεγχος των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων τμημάτων της κοινωνίας. Τα θεσμικά ΜΜΕ, ο εκκλησιαστικός μηχανισμός της θρησκείας και το εκπαιδευτικό σύστημα, αποτελούν δομικούς μηχανισμούς για την προώθηση των πιο συντηρητικών και σκοταδιστικών δογμάτων, στην κατεύθυνση προώθησης της «εθνικής ενότητας και ομοψυχίας». Το τρίπτυχο «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» επανέρχεται ενισχυμένο στο προσκήνιο, καθώς οι κυρίαρχοι επιχειρούν να διασπείρουν και να ενισχύσουν τα θεμελιώδη ιδεολογήματα και δομικά χαρακτηριστικά του κρατισμού, της αστικής δημοκρατίας και του εθνοκεντρισμού (εθνικισμός, ανορθολογισμός, πατριαρχία). Ο εθνικισμός-πατριωτισμός, ως ιδεολογικός πυλώνας της αστικής κυριαρχίας, έχει ιστορικά αποτελέσει πετυχημένο ιδεολογικό εργαλείο του κράτους, για την χειραγώγηση των συνειδήσεων των υπηκόων του. Σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, ανάγεται σε κυρίαρχο ενοποιητικό αφήγημα πλούσιων και φτωχών, καταπιεστών και καταπιεσμένων, εκμεταλλευτών και εκμεταλλευόμενων. Ως πολιτική ιδεολογία του κράτους και ως βασικός πυλώνας της κοινωνικής του νομιμοποίησης, ο εθνικισμός-πατριωτισμός αναβαθμίζεται από τους ιδεολογικούς (σχολείο, παν/μιο, ΜΜΕ, στρατός) και κατασταλτικούς (στρατός, αστυνομία, δικαστικό σύστημα) μηχανισμούς του, προκειμένου να επιτευχθεί η πολυπόθητη για τα αφεντικά «εθνική ενότητα», ως αντίβαρο στη διαμόρφωση ταξικής συνείδησης. Για την ενίσχυση της εθνικής ενότητας επιστρατεύονται τόσο εξωτερικοί (Μακεδονία-FYROM, Τουρκία) όσο και εσωτερικοί (όσοι δεν εμπίπτουν ή αμφισβητούν την κυρίαρχη εθνική αφήγηση) «εχθροί του έθνους». Το εθνικό αφήγημα, που προσπαθεί να θολώσει και να σκεπάσει τις οξυνόμενες ταξικές και κοινωνικές αντιθέσεις, βρίσκει εύφορο έδαφος σε κομμάτι του κοινωνικού σώματος, με αποτέλεσμα τα εθνικιστικά, ρατσιστικά και πολεμοχαρή συλλαλητήρια του τελευταίου χρόνου σε Θεσσαλονίκη, Αθήνα και επαρχιακές πόλεις. Συνέχεια ανάγνωσης →